Laayoune, αρχηγείο MINURSO

31 Μαρτίου , 2009

Εκτός από το αεροπλάνο που με έφερε, υπάρχουν άλλα τρία στην πίστα του αεροδρομίου τού Laayoune. Και τα τρία είναι λευκά, με μεγάλα μπλε διακριτικά «UN» στην άτρακτο.
Τέσσερις η ώρα το πρωί – ταξιδεύω σχεδόν δεκαπέντε ώρες. Ο αστυνομικός με ρωτάει «από ποια χώρα;», δείχνοντας τη λέξη «Hellas» που είναι τυπωμένη στο διαβατήριό μου.
«Grèce».
«Ah, Grèce. OK».
Τέσσερις η ώρα το πρωί – ελπίζω να έχουν στείλει κάποιον να με μαζέψει. Βγαίνω από την πύλη των αφίξεων, περιμένοντας να βρω κάποιον να κρατάει ένα χαρτί με το όνομά μου. Τίποτα. Κοιτάω ξανά. Ξανά τίποτα.
Μάλλον την πάτησες, φίλε.
Βγαίνω έξω – πολύς κόσμος. Σε αντίθεση με τις πτήσεις Αθήνα – Παρίσι και Παρίσι – Rabat, το αεροπλάνο στη διαδρομή Rabat – Agadir – Laayoune ήταν γεμάτο. Ψάχνω κάποιον που να με ψάχνει. Βλέπω ένα νυσταγμένο μαύρο, με badge το οποίο δεν μπορώ να δω τι γράφει και τα χέρια στις τσέπες. Ίσως είναι ο άνθρωπός μου. Τον κοιτάω. Με κοιτάει. Καμιά αντίδραση.
Αυτό ήταν, μεγάλε. Την πάτησες.
Σταματάω, ανάβω το προτελευταίο μου τσιγάρο, προσπαθώ να εκτιμήσω την κατάσταση. Ο μαύρος γυρίζει, με ξανακοιτάει, και πλησιάζει.
«You are from Greece?»
Come on, boy…

Στο δρόμο για το ξενοδοχείο γελάει, γελάει με εκείνο τον ανέμελο, παιδικό τρόπο που γελάνε οι Αφρικανοί. Είναι από τη Γκάνα. Έχω έναν φίλο, έναν καλό, πολύτιμο, αγαπημένο φίλο, γεννημένο εκεί, στην Accra, και με κοιτάζει, μεγάλα μάτια, σκανδαλιάρικο χαμόγελο, χέρι στο πηγούνι, χμμμ, ώστε ήθελες να πας στην Αφρική φίλε, και αναρωτιέμαι τι να κάνει τώρα…
Είμαι κουρασμένος…

«Η δουλειά είναι εύκολη. Η πραγματική πρόκληση είναι η μεταξύ μας συνεργασία. Βλέπεις, είμαστε στρατιωτικοί, φοράμε όλοι στολή, αλλά κάπου εκεί τα κοινά μας σημεία τελειώνουν».
Αυτά μου λέει ο ευγενικός Ούγγρος ταγματάρχης, με τον οποίο αναγκαστικά μοιραστήκαμε το δωμάτιο στο ξενοδοχείο Lakouara, το προηγούμενο βράδυ.
Είναι ήδη πρωί, παρουσιάζομαι στο αρχηγείο τής MINURSO, με παραλαμβάνουν δύο σμηναγοί: o Eber, από την Ουρουγουάη, και ο Manuel, από το Ελ Σαλβαδόρ.
Με βλέπουν με πολιτικά, κολλάνε. Εξηγώ ότι προσγειώθηκα πριν από τέσσερις ώρες. Α, ωραία, κανένα πρόβλημα, χαμόγελα, μπορώ να φύγω, να πάω στο ξενοδοχείο, να ξεκουραστώ, και να γυρίσω στις τρεις το απόγευμα.
Στις τρεις η ώρα, απόγευμα Παρασκευής…
Πριν φύγω, ο Manuel μού δίνει το βιβλίο να γράψω τα στοιχεία μου. Το προσωπικό στο βιβλίο είναι κατανεμημένο ανά χώρα, και η Ελλάδα, με κωδικό «ΤΟ», ανάμεσα στη Γκάνα και τη Γουινέα. Βλέπω την κατάσταση με τους προκατόχους μου· είμαι ο 16ος Έλληνας από καταβολής MINURSO.
Είμαι ο ΤΟ16…

Ετοιμάζομαι να φύγω, μπαίνει ένας Γάλλος και μου πιάνει κουβέντα. Επιχειρεί, με τρόπο που μάλλον θεωρεί διακριτικό, να με πείσει ότι, μια και δεν μιλάω αραβικά ή γαλλικά ή ισπανικά, είμαι σχεδόν άχρηστος εκεί…
Το σχέδιο αποστολής τής MINURSO προβλέπει συνολικά τέσσερεις φάσεις εξέλιξης. Σήμερα, δεκαοχτώ χρόνια από τη συγκρότησή της, είναι ακόμα κολλημένη στη φάση 1. Ετοιμάζομαι να απαντήσω στο Γάλλο ότι ναι, βλέπω τι έχετε καταφέρει τόσα χρόνια όλοι εσείς οι γαλλομαθείς – αραβομαθείς – ισπανομαθείς. Και ότι, αν δεν τα είχατε κάνει σκατά εσείς και οι Ισπανοί, δεν θα χρειαζόταν να είμαστε εδώ σήμερα. Και ότι…
Μετά θυμάμαι την καλή μου ανατροφή, θυμάμαι ότι όταν πάω σε ένα νέο μέρος, κάπου που δεν με ξέρουν, είμαι ευγενικός.
Την πρώτη μέρα, τουλάχιστον…

Περιμένοντας τον οδηγό να με πάει πίσω στο ξενοδοχείο, ψάχνω απελπισμένα για τσιγάρο. Πάω στην καφετέρια, ένας μικρόσωμος γκριζομάλλης με πολιτικά μού λέει ότι το πρατήριο ανοίγει στις 10:30.
Δεν με καταλαβαίνει κανείς, σκέφτομαι. Ψάχνω κάποιον να κάνω τράκα, πέφτω πάνω σε άκαπνους. Λίγο μετά, ο μικρόσωμος γκριζομάλλης με βλέπει από μακριά και έρχεται προς το μέρος μου.
«Συγγνώμη, δεν σε ρώτησα προηγουμένως αν θέλεις τσιγάρο».
Αδερφέ μου! «Ευχαριστώ πολύ!»
«Ξέρω, ξέρω, κι εγώ καπνιστής είμαι».
Βγάζει ένα πακέτο Marlboro Lights και μου προσφέρει. Ανάβω, τραβάω τρεις τζούρες. Μετά δίνουμε τα χέρια, και συστηνόμαστε.
«I am Dragi, from Macedonia».

He is Dragi, from Macedonia: έκανε κάποιες γνωριμίες με ανθρώπους τού ΟΗΕ όταν η UNPREDEP ήταν ακόμα στα Βαλκάνια, και κατάφερε να πιάσει δουλειά ως οδηγός. Είναι εδώ οκτώ ολόκληρα χρόνια. Κανένα μέλλον στην πατρίδα του, λέει.
Τον πιστεύω.
Τελειώνουμε το τσιγάρο, τον ευχαριστώ ξανά, εξηγώ ότι πάω να βρω τον οδηγό να με πάει πίσω στο ξενοδοχείο, και χαιρετιόμαστε.
«Αν δεν τον βρεις, ή υπάρξει οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα, έλα να σε πάω εγώ».

Στο δρόμο για το ξενοδοχείο, σταματάω σε μια Western Union να αλλάξω χρήματα.
Από την τελευταία φορά που ήμουν στην Αγγλία, τον Μάιο του 2008, μου είχαν μείνει 40 λίρες – τις πήρα λοιπόν μαζί μου να τις αλλάξω εδώ. Αλλά η εξυπηρετικότατη κοπέλα με τη μαντήλα στο γκισέ δεν αναγνωρίζει το νόμισμα, και δεν πείθεται ότι είναι αυτό που στον πίνακα με τις ισοτιμίες αναφέρεται ως GBP.
Pas de problem, λέω, και δεν επιμένω.
Φτάνω στο ξενοδοχείο…
Και από το παράθυρο του δωματίου μου, βλέπω τους αμμόλοφους στην άκρη της πόλης, τους ακούω να μου ψιθυρίζουν…

Οι αμμόλοφοι έξω από το Laayoune

Οι αμμόλοφοι έξω από το Laayoune

Γυρίζω στις τρεις το απόγευμα, περνάω από τα ιατρεία, η κοπέλα από τη Μαλαισία που είναι στη ρεσεψιόν θαυμάζει το σακίδιό μου, στο χρώμα παραλλαγής ερήμου, που αγοράσαμε λίγες μέρες πριν στο Μοναστηράκι με τον Friday. Μου ζητάει να της το πουλήσω.
Αυτό το σακίδιο, όταν η αποστολή μου εδώ τελειώσει, θα το παραδώσω στον ανηψιό μου. Στον Τάσο Ηρακλή. Κι αυτός θα το κάνει ό,τι θέλει. Συνεπώς sorry, lady, no way.
Το γραφείο έκδοσης ταυτοτήτων έχει κλείσει, οπότε τέλος για σήμερα. Βγαίνοντας, ρωτάω στην πύλη πού είναι το κτίριο όπου αύριο, Σάββατο, θα πάω για εξετάσεις αγγλικών. Ενώ μου εξηγούν, μου δείχνουν έναν τύπο που έρχεται με στολή ερήμου, «να, αυτός είναι ο υπεύθυνος».
Είναι αεράτος, είναι άνετος, είναι εμφανώς παλιός. Είναι ο Damir, ταγματάρχης του Κροατικού στρατού, αξιωματικός εκπαίδευσης (Force Training Officer – FTO), και ο άνθρωπός μου…
«Ωραία στολή, σε πέρασα για Κροάτη».
«Δεν είμαι όμως».
«Και πού πας;»
«Έφευγα».
«Ωραία, γιατί είναι ώρα για καφέ. Πάμε μέσα».
Ο άνθρωπός μου, σίγουρα.

Ο επικεφαλής τού στρατιωτικού προσωπικού (Chief Military Personnel Officer – CMPO), ένας πραγματικά μεγαλόσωμος, ευχάριστος αντισυνταγματάρχης από τη Γκάνα, κάθεται για λίγο μαζί μας, αφού προηγουμένως έχει έρθει και ένας Μαλαίσιος πλωτάρχης – κολλητός τού Damir. Μου εξηγεί ότι την επόμενη εβδομάδα θα γίνει μια σύσκεψη, με τους επικεφαλής των εθνικών αποστολών – εγώ είμαι ο μοναδικός από την Ελλάδα, άρα και επικεφαλής της ελληνικής αποστολής.
Λογικό δεν ακούγεται;

Ο Damir απαντάει στις ερωτήσεις μου, λύνει απορίες, προθυμοποιείται να μου αγοράσει τσιγάρα μέχρι να βγάλω κάρτα για το πρατήριο. Κατεβαίνουμε μαζί, μου γνωρίζει τον Βόσνιο μάνατζερ. Ντόμπαρ νταν. Συναλλαγές στο πρατήριο μόνο σε δολάρια – sorry, no euros accepted. Δίνω 100 ευρώ, παίρνω από τον Βόσνιο 130 δολάρια. Περιμένω απόδειξη, αλλά κάτι στις κινήσεις του μου λέει ότι η συναλλαγή έχει ολοκληρωθεί.
Πλέον κουβαλάω επάνω μου τέσσερα διαφορετικά νομίσματα…
Παίρνω μια κούτα Camel με 16 δολάρια. Κοιτάω στα ποτά. Δεν βλέπω Jameson.
Ρωτάω τον Damir.
«Φέρνουν», λέει. «Απλώς έχει τελειώσει».
Αν μη τι άλλο, οι νέοι μου συνάδελφοι μάλλον ξέρουν να πίνουν.
Καλό σημάδι αυτό.

Πριν φύγουμε, περνάμε από το γραφείο τού Damir. Ο Ρώσος που είναι μαζί του ακούει ότι είμαι Έλληνας και μου σφίγγει το χέρι με ενθουσιασμό…

***

Αυτά έγιναν την πρώτη μέρα.

Τη δεύτερη μέρα θα δώσω εξετάσεις αγγλικών, μαζί με τον Buba, έναν συνεσταλμένο, φιλικό ταγματάρχη του φαρμακευτικού από τη Νιγηρία, του οποίου ο αδερφός σπούδασε στην Ελλάδα. Θα αρχίσουν οι ενημερώσεις – ο Damir για τις περιπτώσεις CASualty EVACuation (CASEVAC), ένας Πακιστανός για τις επιχειρήσεις, ένας Ιταλός πιλότος ελικοπτέρων για τις επικοινωνίες. Θα γνωρίσω ένα παιδί του πολεμικού ναυτικού τής Βραζιλίας, που είχε έρθει εκπαιδευτικό ταξίδι στην Ελλάδα… έναν Αυστριακό, έξω καρδιά, που είχε υπηρετήσει ως κυανόκρανος στην Κύπρο («ζόρικη αποστολή, είχαμε συνεχώς συμβάντα, εδώ είναι πολύ πιο ήσυχα») και, μαζί με το Μαλαίσιο κολλητό του, θα με καλέσουν εγκάρδια να ζητήσω τοποθέτηση στο φυλάκιό τους, στο Bir Lahlou… Αργότερα θα γνωρίσω έναν Ιρλανδό, τον πρώτο Ιρλανδό αξιωματικό που συναντάω στη ζωή μου… έναν Αργεντινό, με τον οποίο θα ανταλλάξουμε τους θαυμασμούς μας για τον Borges και τη Μαρία Κάλλας…
… και θα σταθώ μάλλον αμήχανα απέναντι σε όλο αυτό το μωσαϊκό των εθνοτήτων και θα καταφέρω σιγά-σιγά να βρω το δρόμο μου με τις διαδικασίες και θα αρχίσω να γυρίζω στο ξενοδοχείο με τα πόδια και να πίνω μαροκινό τσάι αντί για καφέ και θα λέω ότι δεν μου λείπει η πόλη μου και θα σκέφτομαι τον ανηψιό μου και θα περιμένω την ώρα που θα φύγω από εδώ για την έρημο

…και την τρίτη ημέρα θα βγω έξω, θα αναζητήσω το τραγούδι του ανέμου στους αμμόλοφους, θα ανταμειφθώ…
…και, πολύ νωρίτερα απ’ ότι φανταζόμουν, θα ζήσω την πρώτη αναπάντεχη περιπέτεια

Stay tuned…

Το διεθνές αεροδρόμιο τού Rabat κάνει το σταθμό των ΚΤΕΛ τής Κορίνθου να φαντάζει σαν το JFK της Νέας Υόρκης.
 Έλεγχος διαβατηρίων, στο γκισέ για τους διπλωμάτες.  Ο αστυνομικός με ρωτάει το βαθμό μου. «Major». «Colonel?» «No colonel, major». Δεν συνεννοούμαστε. Αρχίζω να το ζωγραφίζω με τα χέρια: ένας βαθμός πάνω από τον captain. «Ααα, commandant.» OK, commandant. Συνεννοηθήκαμε.
 Commandant Tsatsoulis, bienvenu à Maroc…

 Στο χάος τού Charles de Gaulles: τρέχω να προλάβω την ανταπόκρισή μου, και στον έλεγχο μου ζητούν να βγάλω τα παπούτσια. Φτάνω τελικά στη θύρα μου, τελευταίος και καταϊδρωμένος, με τα κορδόνια μου λυτά. Μόλις έχουν κάνει ανακοίνωση – δεν ακούω το όνομα, αλλά υποθέτω ότι είναι για μένα. Κατεβαίνω στο λεωφορείο – άδειο, περιμένω ότι θα ξεκινήσει αμέσως. Δεν ξεκινάει. Μπαίνουν δυο ασιάτες. Περιμένουμε ακόμα. Μπαίνουν άλλοι τρεις, αρχίζουν να μιλάνε με τους πρώτους. Πάλι δεν ξεκινάμε. Φτάνει ένα μεγάλο γκρουπ, το λεωφορείο γεμίζει ασιάτες, και ξεκινάμε.
 Πιάνουμε κουβέντα. Είναι κινέζοι, από τη Σαγκάη, και πάνε στο Μαρόκο για τουρισμό. «Tu es marocain?», με ρωτάει ένας, με άπταιστη γαλλική προφορά. Όχι, δεν είμαι μαροκινός, κάτσε να προσπαθήσω να το πω στη γλώσσα σας: «Sil-la». Τίποτα. Ξανά: Shil-la. Shel-la. Ssssshil-la. Κάτι δεν πάει καθόλου καλά με την κινέζικη προφορά μου -να το κοιτάξω, μια απ’ αυτές τις μέρες- αλλά δεν το βάζω κάτω. Τελικά, ο τύπος που με ρώτησε αν είμαι μαροκινός, με κοιτάει με ένα βλέμμα που δηλώνει εμφανώς ότι στο μυαλό του έγινε κάποιο κλικ.
 «Hellas», λέει.
 Κουνάω το κεφάλι. «Hellas», λέω.

 Στο Ελ. Βενιζέλος, με τον πατέρα μου και τον Sparky Friday: καφές, τσιγάρο, καλή διάθεση… Η ώρα πλησιάζει, «πάμε», λέω. Φτάνουμε στον έλεγχο των καρτών επιβίβασης. «Ως εδώ ήσασταν εσείς. Απο δω συνεχίζω μόνος μου».
 Με το που σφίγγω το χέρι του πατέρα μου και τον αγκαλιάζω, όλη εκείνη η συγκινησιακή φόρτιση που, τόσες εβδομάδες τώρα, προσποιούμασταν ότι δεν υπάρχει, βρίσκει διέξοδο, ελευθερώνεται και μας διεκδικεί.
 Ο πατέρας μου σπάει.
 Κάνω ένα βήμα πίσω. Φωνάζω «Come on! Come on!» Προσπαθώ να κερδίσω χρόνο. Γυρίζω σε έναν αμήχανο Friday – αγκαλιαζόμαστε, αλλά αποφεύγω να τον κοιτάξω στα μάτια, αποφεύγω να μιλήσω. Μην πας γυρεύοντας, τώρα… Δίνε του… Δίνε του, και γρήγορα…
 Κάνω άλλο ένα βήμα πίσω. Σηκώνω το χέρι – «come on, now!» Και τους γυρίζω την πλάτη. Με δυο δρασκελιές φτάνω στην κοπέλα, δείχνω την κάρτα επιβίβασης, και περνάω, ενώ ακούω πίσω μου τον Friday να φωνάζει «είναι δυναμίτης». Με την πλάτη γυρισμένη, σηκώνω το χέρι σε έναν τελευταίο αποχαιρετισμό, και προχωράω. Δεν κοιτάζω πίσω. Είμαι δυναμίτης. Είμαι άνεμος. Είμαι ο Όλεθρος…
 Και είμαι όντως, για τα πρώτα είκοσι μέτρα τουλάχιστον. Σταματάω και κοντοστέκομαι. Θα γυρίσω, αλλά ελπίζω να μην είναι ακόμα εκεί, ελπίζω να έχουν φύγει, ελπίζω να μη χρειαστεί να διασταυρώσουμε βλέμματα για ακόμα μια φορά, τώρα…
 Γυρίζω και κοιτάω πίσω. Ευτυχώς, έχουν φύγει. Κάνω μερικά βήματα προς το μέρος όπου στέκονταν. Τους βλέπω να απομακρύνονται, παρέα. Κάθομαι εκεί και τους παρακολουθώ, μέχρι που χάνονται στο πλήθος. Έπειτα κάνω μεταβολή, και φεύγω.
 Το υπόλοιπο ταξίδι μου μέχρι τη θύρα επιβίβασης, κύλησε χωρίς απρόοπτα. Έκανα μόνο μια στάση: μπήκα στην πρώτη τουαλέτα που βρήκα, πήρα λίγο χαρτί, και σκούπισα τα μάτια μου…

Desert’s Gravity

16 Μαρτίου , 2009

Ιούνιος 1997, Ισραήλ, έρημος Ιουδαίας: η πρώτη μου επαφή. Δέος. Και ζέστη. Νεκρά Θάλασσα. Kumran. Έφτασα έξω από την Ιεριχώ, αλλά δεν την είδα. Ήταν μεσημέρι, αισθανόμουν στα πρόθυρα θερμοπληξίας, και έμεινα στη σκιά. Συμπτώματα εθισμού: κανένα.

Kumran, Νεκρά Θάλασσα

Kumran, Νεκρά Θάλασσα

Νοέμβριος 1999, Μαρόκο, Merzouga. Παρυφές Σαχάρας. Αμμόλοφοι! Δύο ώρες πορεία με καμήλες, διανυκτέρευση σε σκηνή, σε μια όαση-μινιατούρα. Κρύο… Η αποθέωση της επικοινωνίας: ανέκδοτα στα ελληνοαγγλικά προς ακροατές που μιλούσαν μόνο αραβικά ή γαλλικά: «Two guys from San Sebastian…». Γέλια. Κρύο… Τουριστική φάση, μαγική βραδιά. Πρώτα συμπτώματα της έλξης για την απεραντοσύνη, για τους πεντακάθαρους νυχτερινούς ουρανούς…

1

Merzouga, περιμένοντας τον ήλιο να ανατείλει μέσα απ' τους αμμόλοφους

Ιανουάριος 2000: δυτικό Τέξας, Τσιουάουα, Νέο Μεξικό, Αριζόνα – έρημος της Sonora, έρημος της Chihuahua. Μυρωδιές από Calexico και Cormac McCarthy.

  • Alamogordo, Νέο Μεξικό: Οι κάτασπροι αμμόλοφοι του White Sands, και στον ουρανό τα μαύρα F-117A Nighthawk Stealth από την κοντινή αεροπορική βάση. Λίγο βορειότερα, το σημείο της πρώτης πυρηνικής δοκιμής (Robert Oppenheimer: «Now I am become Death, destroyer of worlds»). Επιστρέφοντας στο μοτέλ, διαπιστώνω ότι έχω πυρετό. Μόνος, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Προωθημένες τεχνικές αυτοΐασης: καυτή σοκολάτα από το απέναντι diner, μια ώρα οκλαδόν στο ευρύχωρο ντους κάτω από το καυτό νερό, ασπιρίνη και μέσα στα σκεπάσματα. Το επόμενο πρωί ο ήλιος λάμπει, κι εγώ είμαι εντελώς καλά. Βάζω πλυντήριο, πακετάρω και παίρνω το λεωφορείο για την Tucson.
  • Tucson, Αριζόνα: η πρωτεύουσα του ροκ της ερήμου. Αναζητώ τους Giant Sand. Δεν τους βρίσκω, αρκούμαι σε μια συναυλία των Amor Belhom Duo. Παραληρώ – είμαι στην πηγή του πράγματος, ακούω τους ντόπιους, τους αυθεντικούς! Πιάνω κουβέντα μαζί τους μετά τη συναυλία: είναι Γάλλοι… Παριζιάνοι…
Κάκτοι saguaros στα περίχωρα της Tucson

Κάκτοι saguaros στα περίχωρα της Tucson

Μάιος 2001, Ksar Ghilane, Τυνησία: 120 χιλιόμετρα οδήγηση από τη Douz, με ένα Fiat Uno· μέση ταχύτητα 25 χλμ/ώρα. Μέσα από τα Landrover που συναντάμε στο δρόμο, ανέκφραστα βλέμματα μας περιεργάζονται. Κολλάμε στην άμμο. Καταφέρνουμε να ξεκολλήσουμε. Είκοσι χιλιόμετρα πριν φτάσουμε, κολλάμε ξανά, αυτή τη φορά για τα καλά. Ένας Ιταλός που έρχεται από την αντίθετη κατεύθυνση μας ρυμουλκεί και μας ξεκολλάει, αφού πρώτα μας έχει πείσει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τα καταφέρουμε με το Uno. Ευτυχώς, ένα Camel αλλάζει τη ροή των πραγμάτων. Όταν φτάνουμε, ανακαλύπτουμε ότι έχουμε γίνει είδηση («Ααα, εσείς είστε που ήρθατε με το petite voiture…»). Κανένα άλλο συμβατικό αμάξι στην περιοχή. Βγαίνουμε από την όαση, και μας χτυπάει με δύναμη η απεραντοσύνη…

Στο δρόμο για το Ksar Ghilane

Στο δρόμο για το Ksar Ghilane

Δεκέμβριος 2007, κεντρική Αυστραλία. Great Central Desert, Tirari Desert, Lake Eyre, Painted Desert, Moon Plain. Από την Αδελαΐδα στο Alice Springs, τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα σε δυο βδομάδες, τα χίλια τουλάχιστον σε χωματόδρομους της ερήμου. Ξεκινάω από το Marree για τη Lake Eyre, 100 χιλιόμετρα βόρεια, σε δρόμο που τέτοια εποχή δεν κυκλοφορεί κανείς. Το Δεκέμβριο του 1998, η Gabriele Grossmueller, τουρίστρια από την Αυστρία, κόλλησε με το τζιπ της στο Halligan Bay της λίμνης, και ξεκίνησε να γυρίσει με τα πόδια στο William Creek, 65 χιλιόμετρα μακρυά. Πέθανε στο δρόμο από θερμοπληξία. Προσοχή λοιπόν – ενημερώνω την κοπέλα στο Oasis Cafe του Marree (πληθυσμός 70): «Φεύγω για τη λίμνη, αν δεν έχω γυρίσει μέχρι τις 18:00 κάτι θα έχει στραβώσει, στείλε τα ελικόπτερα.» – «Μην ανησυχείς, θα έρθω εκεί έξω να σε βρω η ίδια»… Αυτές τις μέρες, ετοιμάζοντας το κείμενο που διαβάζετε, μαθαίνω ότι και η Grossmueller είχε ενημερώσει στο William Creek. Αλλά την ξέχασαν…

Lake Eyre, Νότια Αυστραλία

Lake Eyre, Νότια Αυστραλία

26 Μαρτίου 2009: προγραμματισμένη αναχώρηση για τη Δυτική Σαχάρα. Στρατιωτικός παρατηρητής τής MINURSO, εκτιμώμενη παραμονή 12 μήνες…